«Τοπικές Κοινωνίες της Κρήτης σε μετάβαση.
Εναλλακτικές μορφές ολοκληρωμένης κοινωνικής παρέμβασης»
Η προσπάθεια μεταρρύθμισης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στηρίζεται μεταξύ άλλων στο επιχείρημα της διαμόρφωσης δυνατοτήτων ανάπτυξης ευρύτερων περιοχών.
Εάν με την ανάπτυξη δεν εννοούμε περιοριστικά μόνο την τεχνική υποδομή - η οποία ενώ είναι αυτονόητη, θα πρέπει και αυτή να εναρμονίζεται με τις κοινωνικές, πολιτισμικές, οικολογικές και οικονομικές επιδιώξεις – αλλά τη δημιουργία όλων των προϋποθέσεων για την εμφάνιση, ανάδειξη και απελευθέρωση δυνάμεων και πόρων στο επίπεδο των τοπικών κοινωνιών με κοινό στόχο τη βελτίωση
Επεξεργασία Υγρών Αποβλήτων με φυσικά συστήματα, Δ.Ρούβα |
των όρων ζωής των ανθρώπων ,με ταυτόχρονη εξασφάλιση των βασικών προϋποθέσεων μιας προοπτικής για τις επόμενες γενιές, τότε θεωρούμε απαραίτητη την προσπάθεια μιας σε βάθος καταγραφής και ανάλυσης όλων των δεδομένων που συνθέτουν τις τοπικές κοινωνίες σε αλληλεξάρτηση αλλά και σε σχέση με τις ευρύτερες κοινωνικές συνθήκες και διαδικασίες.
Η ανάγκη επιστημονικής ανάλυση και θεμελίωσης της πραγματικής κατάστασης στις τοπικές κοινωνίες έχει βεβαίως προ πολλού αναγνωριστεί τόσο σε άλλες χώρες, όσο και στην Ελλάδα. Ωστόσο, και όσον αφορά ιδιαίτερα στην Ελλάδα, η προσπάθεια ικανοποίησης αυτής της ανάγκης εξαντλείται κυρίως και συνήθως μόνο σε μια πρόχειρη στατιστική καταγραφή, σε γενικόλογες διαπιστώσεις των οικονομικών δραστηριοτήτων και σε ένα κατάλογο κάποιων μέτρων που αφορούν σε έργα τεχνικής υποδομής, κατάρτισης, , κοινωνικών σχέσεων, κοινωνικών προβλημάτων, αντιλήψεων, στάσεων, αξιών, δυνατοτήτων και συνθηκών εργασίας και απασχόλησης, ούτε βέβαια προτάσεις για εναλλακτικές μορφές οικονομικής δραστηριότητας. Δεν αναλύεται και δεν προτείνεται τίποτα σχετικά με το πολιτισμικό γίγνεσθαι, ούτε βεβαίως θεματοποιούνται ζητήματα που σχετίζονται με τις ριζικές μεταβολές των τοπικών κοινωνιών, την εξαφάνιση θεσμών και δικτύων , την ανυπαρξία προσπαθειών και πρωτοβουλιών για την δημιουργία νέων που θα αντιμετωπίσουν τα πρωτόγνωρα για τις τοπικές κοινωνίες προβλήματα, αλλά και τις προκλήσεις και ευκαιρίες που εμπεριέχει η κατάσταση κρίσης. Δεν γίνεται καμιά συστηματική ανάλυση και αναφορά στις κοινωνικές ανισότητες και τα φαινόμενα κοινωνικού αποκλεισμού. Επίσης δεν ερευνούνται σε βάθος ζητήματα που αφορούν στις προϋποθέσεις ανάπτυξης της κοινωνίας των πολιτών, της κοινωνικής συμμετοχής και του εκδημοκρατισμού του συστήματος τοπικής πολιτικής οργάνωσης. Και βεβαίως δεν μπορούν να προταθούν ανάλογα μέτρα και πολιτικές , ούτε να δοθούν απαντήσεις σε αυτά τα ζητήματα.
Βιολογικός Καθαρισμός Δ. Ρούβα |
Ενώ έτσι είχε η κατάσταση μέχρι σήμερα, είναι πιστεύουμε, με αφορμή την επιχειρούμενη μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αλλά και τις συντελούμενες ριζικές αλλαγές στις σύγχρονες κοινωνίες, εξαιρετικά επείγουσα η ανάγκη να ληφθούν όλα τα παραπάνω σοβαρά υπόψη. Η διοικητική συνένωση κοινοτήτων και οικισμών μιας ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής που ρητά ή άρρητα σκοπεύει στην συγκρότηση ενιαίου οικονομικού, κοινωνικού, πολιτιστικού και πολιτικού χώρου θα οδηγηθεί αρκετά σύντομα σε αδιέξοδο εάν δεν ερευνήσει σε βάθος όλα αυτά τα ζητήματα και δεν διαμορφώσει μια ανάλογη πολιτική. Αντιλαμβανόμαστε βέβαια την, εν μέρει δικαιολογημένη, στρεβλή κατανόηση της κοινωνικής έρευνας και την σύγχυση που επικρατεί γύρω από το αντικείμενο, τη χρησιμότητα, αλλά και το πώς και ποιος μπορεί να κάνει μια τέτοια έρευνα, αλλά πιστεύουμε ότι υπάρχουν περιπτώσεις όπου αυτό έχει γίνει κατανοητό. Οι περισσότεροι δήμοι εξάλλου έχουν κατανοήσει ότι στην παρούσα συγκυρία βρίσκονται μπροστά σε μία πρόκληση ιδιαίτερα σημαντική. Το πώς θα την κατανοήσουν και τι θα πράξουν εξαρτάται και από τις δυνατότητες αναφοράς σε παραδείγματα ή σε εμπειρίες. Η φιλοδοξία αυτής της πρότασης είναι μεταξύ άλλων και αυτή: να προτείνει μια σοβαρή επιστημονική θεμελίωση της πολιτικής πρακτικής αξιοποιώντας την ελληνική και διεθνή εμπειρία από πρωτότυπα παραδείγματα, να αποτελέσει η ίδια ένα πρότυπο αναφοράς και να προκαλέσει συζήτηση και προβληματισμό.
Βασική μας ιδέα είναι ότι οι τοπικές κοινωνίες έχουν μέλλον και μπορούν να αποτελέσουν χώρο ανάπτυξης και εφαρμογής μιας κουλτούρας της δημιουργικής φαντασίας της δοκιμής, της ανησυχίας και της υπέρβασης στερεοτυπικών στρεβλών αντιλήψεων περί προόδου και ανάπτυξης. Ήδη σε άλλες κοινωνίες έχει αρχίσει μια ανάστροφη κίνηση και ένα έντονο ενδιαφέρον για τις τοπικές κοινωνίες, αλλά και στην Ελλάδα διαφαίνεται μια τέτοια μεταστροφή, αρκεί να διαγνωστεί αυτό και να διαμορφωθεί η κατάλληλη πολιτική. Μια οξυδερκής πολιτική που να υπερβαίνει το σύνηθες και να ανοίγει νέους δρόμους επεξεργαζόμενη την παρούσα κατάσταση στην ιστορική της διαδρομή και αντιλαμβανόμενη έγκαιρα τα όσα προμηνύονται. Η Ελλάδα είναι εξάλλου λόγω ιστορικών, πολιτισμικών και γεωγραφικών δεδομένων μια χώρα που κατεξοχήν αναπτύσσεται σε κατάσπαρτες μικρές ενότητες, γεγονός που έχει τις ενδογενείς δυσκολίες του, αλλά αποτελεί ταυτόχρονα και ένα συγκριτικό πλεονέκτημα, μια πρόκληση και μια δυνατότητα.
Η πολύχρονη εμπειρία με μικρές τοπικές κοινωνίες στην Κρήτη, αλλά και η συσσωρευμένη διεθνής εμπειρία μας δίνουν τη βεβαιότητα ότι αυτές οι κοινωνίες έχουν τεράστιες δυνατότητες. Αρκεί βεβαίως να διερευνηθούν επαρκώς. Η ανάγκη μεταφοράς πόρων, εξοπλισμού, τεχνογνωσίας, ίσως και εργατικού δυναμικού δεν αποκλείεται να είναι απαραίτητη. Πιο απαραίτητη ωστόσο είναι η ανάδειξη σε τοπικό επίπεδο όλων των υπαρχουσών προϋποθέσεων, μεταξύ των οποίων και των τεχνογνωσιών, αλλά και όλων εκείνων των πολιτισμικών παραγόντων, που εκτός από το ό,τι οι ίδιοι μπορεί να αποτελούν αντικείμενο εκμετάλλευσης, είναι αυτοί που εμποδίζουν ή διευκολύνουν την ανάπτυξη. Η εφαρμογή πολιτικών ανάπτυξης και η αποδοχή τους από τους κατοίκους εξαρτάται σχεδόν απόλυτα από τα πολιτισμικά δεδομένα μιας περιοχής. Η πολύχρονη εμπειρία μας σε τοπικές κοινωνίες της Κρήτης και ιδιαίτερα σε τέτοιες με ιδιόμορφα προβλήματα σχετικά με την συνολική κοινωνική και οικονομική κατάσταση υπογραμμίζει το επείγον μιας σοβαρής παρέμβασης.
Ωστόσο , λόγω ενδογενών συγκυριών αλλά και εξελίξεων συνολικά στην κοινωνία μας, αποδεικνύεται τα τελευταία χρόνια μια κρίση συνολική, που χαρακτηρίζει, κατά την άποψη μου, ολόκληρη την περιοχή της ορεινής κυρίως Κρήτης και δεν αποκλείεται να αφορά αυτή και άλλες παρόμοιες περιοχές σε όλη την Ελλάδα. Η κρίση στην συγκεκριμένη περιοχή οφείλεται γενικά στο γεγονός ότι βρίσκεται σε μια καμπή μετάβασης από μια «παραδοσιακή» σε μια «σύγχρονη» κατάσταση», που αφορά στην οικονομία, στον πολιτισμό, στην πολιτική, στην κοινωνία των πολιτών, στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων και στο σύστημα αξιών και κοινωνικής συνείδησης των πολιτών.
Στο χώρο της οικονομίας έχει την απόλυτη κυριαρχία η κτηνοτροφία, ενώ παράλληλα η γεωργία, η μεταποίηση και η χειροτεχνία τείνουν να εξαφανιστούν – παρόλες τις δυνατότητες και την αξιόλογη παράδοση, που υπάρχουν σε αυτούς τους τομείς – και χωρίς να έχει αναπτυχθεί ένας τομέας των υπηρεσιών. Η ηγεμονική κυριαρχία της κτηνοτροφίας, που στηρίζεται σε ένα ανορθόδοξο και ανορθολογικό σύστημα επιδοτήσεων αφού ως γνωστό επιδοτείται ο αριθμός των ζώων και όχι η βελτίωση της παραγωγής, της παραγωγικότητας, της ποιότητας, της πρωτοτυπίας και της υποδομής – η ανυπαρξία ενός ανάλογου συστήματος που να στηρίζει άλλες μορφές οικονομικής δραστηριότητας και απασχόλησης, όπως π.χ μεταποίηση, βιολογικές καλλιέργειες και παραγωγή, χειροτεχνία, τουρισμός και άλλες υπηρεσίες, οδηγεί σε μια προβληματική οικονομία, σε εξαφάνιση ή σε μη-εμφάνιση άλλων εναλλακτικών μορφών οικονομίας/ απασχόλησης. Επιπλέον εθίζει τις τοπικές κοινωνίες στο «βόλεμα», την απενεργοποίηση της φαντασίας , της μεγαλύτερης προσπάθειας, του πειράματος, της ευρηματικότητας, της πρωτοβουλίας, της αναζήτησης δημιουργικών διεξόδων, δημιουργεί ηγεμονικές και εγωιστικές στάσεις από την πλευρά της κυρίαρχης επαγγελματικής ομάδας, υποσκάπτει και διαβρώνει το παραδοσιακό ηθικό σύστημα αξιών και ιδιαίτερα την αλληλεγγύη / αλληλοβοήθεια, την συντροφικότητα, την κοινότητα, την κοινωνική συνοχή, την ειλικρίνεια, την ολιγάρκεια, την εργασιακή ηθική, την νομιμότητα και την αίσθηση δικαίου κ.λ.π.
Βιβλιοθήκη-Σχολείο "Άνεβος" στη Γέργερη |
Οι νέοι σε αυτές τις κοινωνίες και ιδιαίτερα οι άνδρες προσανατολίζονται κάτω από αυτές τις συνθήκες κύρια προς την κτηνοτροφία εγκαταλείποντας το (υποχρεωτικό) σχολείο – το μεγαλύτερο ποσοστό σε όλη την Ελλάδα – και επιπλέον ασκώντας πίεση συμβολικού κοινωνικού χαρακτήρα, διαμέσου στιγματισμού όσων θα προτιμούσαν να ασχοληθούν με «τα γράμματα και τον πολιτισμό», αλλά και προβολή της κυρίαρχης επιλογής ως της μόνης άξιας, η οποία εγγυάται οικονομική άνεση, άνετη και ξεκούραστη ζωή και φυσικά κοινωνική καταξίωση. Οι νέες γυναίκες επιδίδονται στην εκπαίδευση με στόχο την φυγή από μια κοινωνία που φαίνεται να μην τις εκφράζει, γεγονός που βέβαια προκαλεί τεράστια προβλήματα στις ίδιες, αλλά και στην τοπική κοινωνία, η οποία αποστερείται έτσι από ένα ιδιαίτερα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού της απαραίτητο για την πρόοδο και την κοινωνική αρμονία.
Εκτός από τα παραπάνω δημιουργούνται, κάτω από αυτές τις συνθήκες κρίσης και κοινωνικής αποδιοργάνωσης, οι ευνοϊκές προϋποθέσεις για την εμφάνιση και την ένταση μορφών παραοικονομίας και απασχόλησης με αντικείμενα που οδηγούν στον εύκολο και γρήγορο πλουτισμό, σε μορφές αυταρχικής και βίαιης συμπεριφοράς και έχουν βέβαια δραματικές και επικίνδυνες συνέπειες. Εάν μάλιστα προέκυπτε η περίπτωση να εκλείψουν οι επιδοτήσεις, κάτι που βέβαια δεν αποκλείεται, τότε υπάρχει ο βάσιμος φόβος η κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή να οδηγηθεί παντελώς εκτός ελέγχου. Αυτό θα οφείλεται βεβαίως στο γεγονός ότι ιδιαίτερα οι νέοι που θα έχουν αποκοπεί από παραδοσιακές ικανότητες / δεξιότητες και αξίες επαγγελματικού και κοινωνικού χαρακτήρα θα διαμορφώσουν στρατηγικές και σχέδια ζωής περισσότερο ανομικού τύπου και λιγότερο θα επιχειρήσουν μια επιστροφή την οποία εξάλλου έχουν βιώσει ως αδιέξοδη. Τα παραπάνω θα επιτείνονται λόγω της ανυπαρξίας ή της κρίσης θεσμών που να αντιλαμβάνονται τις σύγχρονες αλλαγές και προκλήσεις κατά ένα εποικοδομητικό και δημιουργικό τρόπο και να εξοπλίζουν την τοπική κοινωνία με προτάσεις και σχέδια θετικής εκμετάλλευσης της νέας κατάστασης. Το σύστημα παραδοσιακών αξιών και προσανατολισμών κάτω από αυτές τις συνθήκες δεν είναι σε θέση να αποκωδικοποιήσει δημιουργικά τις εξελίξεις και προκαλεί αντίθετα μορφές αυτοεγκλεισμού και εγκλωβισμού σε αμυντικές αντιδραστικές και αυταρχικές συμπεριφορές και απελευθερώνει ένα τεράστιο δυναμικό συγκρούσεων και ανορθολογικότητας. Το πολιτικό πρόβλημα και ο τρόπος διαχείρισης του μπορεί να κατανοηθεί στο παραπάνω πλαίσιο που επιγραμματικά σκιαγραφήσαμε.
Με δεδομένο ωστόσο ότι οι περιοχές αυτές διαθέτουν επαρκείς πόρους (φυσικούς και ανθρώπινους), αλλά και τις προϋποθέσεις για μια αξιοθαύμαστη εναλλακτικού χαρακτήρα συνολική ανάπτυξη: οικονομική, πολιτιστική και κοινωνική που να σέβεται και να χρησιμοποιεί δημιουργικά την παράδοση και το περιβάλλον, είναι νομίζω κατεπείγον να γίνουν κατ αρχήν δύο πράγματα:
Πρώτον να λυθεί το πολιτικό πρόβλημα είτε νομοθετικά, είτε πολιτικό – διοικητικά, αφού βέβαια υπάρξει μια συστηματική διερεύνηση του προβλήματος με την συνεργασία όλων των εμπλεκομένων και κύρια των δημοκρατικών θεσμών εκπροσώπησης, δηλαδή των κομμάτων, κάτι που θα αποκαθιστούσε εξάλλου το χαμένο κύρος αυτών των θεσμών.
Δεύτερον να σχεδιαστεί, μετά από συστηματική έρευνα στην περιοχή, ένα ολοκληρωμένο, πρόγραμμα ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής και να περιλαμβάνει την οικονομία, τον πολιτισμό, την εκπαίδευση, επιμόρφωση, την κοινωνική ζωή και τα κοινωνικά προβλήματα, το περιβάλλον, την υγεία, την τεχνική υποδομή. Σε μια τέτοια δραστηριότητα θα μπορούσε να συμβάλει και το Πανεπιστήμιο Κρήτης.